118. Ο διεφθαρμένος

Ο διεφθαρμένος αισθάνεται μέσα του την ηθικήν υπεροχήν του ακεραίου, υποχρεούται ναν τον σέβεται, και τον αποφεύγει όμως. Η συντροφιά άλλου διεφθαρμένου όμοιού του με τον οποίον συμπαθεί, τού είναι αρμοδιώτερη.
Ευρισκόμενος με τον ακεραίου χαραχτήρος, κατηγορεί τον εν διαφθορά συνάδελφόν του, 1ον επειδή φυσικώ τω λόγω τού έρχεται η κατηγορά στο στόμα, 2ον επειδή βάνεται σε καλήτερη θέση κατηγορώντας το αξιοκατηγόρητα, και συσταίνεται κοντά στον ακέραιον, ως τάχα ανόμοιος τού κατηγορουμένου του.
Αν ακούση ότι τίμιος άνθρωπος συκοφαντείται, το άκουσμα εκείνο τον χαροποιεί, ότι τάχα τού δίδεται σύντροφος εις την διαφθορά ένα τίμιος· ενδιαφέρεται ναν το πιστέψη, και πασχίζει ναν το πιστέψη· η δε ψυχή του επιθυμώσα τούτο, του ευκολύνει την πεποίθηση. Η συνενοχή είναι ελάφρυνση στον διεφθαρμένον, και μάλιστα η συνενοχή τιμίου ανθρώπου είναι δι’ αυτόν παρηγορία και ενθάρρυνση.
Έχοντας γνωστόν διεφθαρμένον συνένοχον, έχει μόνον συνένοχον όμοιόν του. Αλλά με γνωστόν τίμιον συνένοχον, εις κάτι συκοφαντούμενον, έχει τον πρωτοπληρωτήν του· έχει σκέπην.
Μεταχειρίζεται δε κάποτε την αναισχυντίαν και την πρόκληση , δια να εκπλήξη με την αυθάδειάν του και να θριαμβέψη. Αλλά αντιμετωπούμενος με θάρρος, δειλιάζει και κρύβεται.
Χαλινός αρμόδιος δια τον διεφθαρμένον είναι το ξεφαύλισμά του· έστω και σε διεφθαρμένην κοινωνίαν· επειδή καθένας από τους διεφθαρμένους την προφασίζει τη διαφθορά στον εαυτόν του, αλλά την κατηγορεί στους άλλους.
Ανδρέας Λασκαράτος
«Ιδού ο άνθρωπος»

Όλα τα αποσπάσματα από το ίδιο βιβλίο, εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου