120. Ο επαρχιώτης

Ο νους του επαρχιώτη, κατ’ αντίθεσην του πρωτευουσιώτη, έχει μικρόν ορίζοντα. Επειδή μικρή είναι και η κοινωνία μέσα στην οποία θρέφεται και αναφτύσσεται. Είναι όθεν και μικροπρεπής κάποτε, αναλόγως με τη μικρότητα των επαρχιακών πραγμάτων. Ευρισκόμενος εις την Πρωτεύουσα, πασχίζει να μιμείται τους πρωτευουσιώτας, τους οποίους θεωρεί ως θέσει-ανώτερούς του. Είναι δε από τα ελαττώματα που αρχίζει, σαν οπού εκείνα είναι τα προφανέστερα και τα πλέον ευκολομίμητα.
Έτσι, αν ο επαρχιώτης είναι εφτανήσιος, αποφεύγει να μεταχειρίζεται ιταλικισμούς και χυδαϊσμούς· και πασχίζει αντιτά τους να βάνη στην ομιλία του γαλλικισμούς και λογιωτατισμούς, τους οποίους θεωρεί ’σαν τόσες προκοπές εις το στόμα του πρωτευουσιώτη.
Προσέχει να μη γελασθή να πη «Κλείσε την πόρτα», μα λέει κομψονόμενος «αγόρασα γάντια». Δεν βγαίνει από το σπήτι, αλλά «εξέρχεται»· φυλάεται μην τού ξεφύγη να ’πη «ομπρέλα», και πασχίζει να ενθυμείται να λέη «αλεξιβρόχιον» (που το μνημοτεχνίζει με τα Αλέξης και βροχή). Και στο χορό «αγκαζάρει» τες χορεύτριες, κλ..
Όλα τούτα με τα οποία προκόβει ο επαρχιώτης εις την Πρωτεύουσα, μας τα φέρνει έπειτα στην Επαρχία, και παίζει μ’ εδαύτα τον πρωτευουσιοτισθέντα.
Συμβαίνει δε κάποτε εις τον ατυχή τούτον, να ήναι διόλου άμοιρος της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, και ακολούθως να μην ξεχωρίζη αρκετά καλά τα λογιωτατίστικα από τα τούρκικα, όσα εμείνανε ακόμη στην Ελλάδα, και να μεταχειρίζεται κάποια τούρκικα, νομίζοντάς τα λογιωτατίστικα, θέλει δε να ρίχνη κ’ εκειός κάπου-κάπου κανένα λογιωτατίστικο για να μη φαίνεται ολοκλήρως άμοιρος λογιωτατίστικης σοφίας. Έτσι, «Συχωρέσετέ με, λέει, αν δεν ηξέρω να κάνω κ’ εγώ ’σαν την αφεντιά σας ώμορφο λακρεντί»(1). Νομίζοντας το λακρεντί λογιωτατίστικο.
1. Ιστορικό τούτο.
Ανδρέας Λασκαράτος
«Ιδού ο άνθρωπος»

Όλα τα αποσπάσματα από το ίδιο βιβλίο, εδώ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου