Για τους βουνίσιους, τους αγρότες, τους ξωμάχους η φύση είναι φίλος κι ο στρατός ανωτεροποίηση επιπέδου ζωής˙ τα ξένα μέρη, μέρη καινούργια και καλύτερα. Γνωρίζουν πράγματα – ενώ εσύ ξεχνάς, κατωτερώνεσαι, στερείσαι, κ΄η φύση σου είναι εχθρική!..
(Πάντα, να γράφεις το βράδι, πούναι σιωπή, κι όλοι κοιμούνται˙ το βράδι, που μπορείς και να κλάψεις!)
Είναι πράγματα που θα μένουν για πάντα σιωπημένα. Κι όμως θα μας έκανε τόσο καλό να τα ξεφορτωνόμαστε… Μα θα μένουν πάντα σιωπημένα. Και θάναι αυτές οι μονιμότερες στιγμές!.. Πηχτό, βαρύ, πικρό, θα στέκει μέσα σου το μαύρο αυτό κουβάρι της καρδιάς, και τίποτα δε θάχει τη δύναμη να σ’ απαλλάξει απ’ το βραχνά του!
Ξέρω πως η φωνή δε θ’ ακουστεί. Μα δε λυπάμαι˙ δεν είναι δυνατό να γίνει αλλιώς. Δε φτάνει μόνο η φωνή˙ χρειάζεται κι ο αγέρας που θα τη φέρει ολούθε. Κι ο αγέρας αυτός δεν υπάρχει – γι’ αυτό και δεν ανασαίνει πια κανείς! Γι’ αυτό και θα πεθάνουμε από ασφυξία! Τι σημασία, λοιπόν, μπορεί νάχει που θα πεθάνουμε βουβοί και κουφοί μες στην πιο απέραντη ερημία; Τα λόγια που έπρεπε να ξεστομίσουμε θα μας σταθούν στο λαιμό. Και θα μας πνίξουν! Μα εμείς, μόλο που το ξέρουμε πως δε θα προφτάσουν να φτερουγίσουν έξω απ’ το στόμα μας, θα τα πούμε!
… Μακριά ιστορία… Και το χειρότερο που δε θα τελειώσει. Θα κοπεί μόνο, σαν ξάφνου πεθάνουμε. Και θα μείνει έτσι, στη μέση, σαν κόμπος στο λαιμό, σα στραβοκαταπιωμένη αηδιαστική μπουκιά!..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου