Έπεσε ο κόσμος με τη φασαρία του πολέμου και άφησε την έγνια της Λωξάντρας. Ησύχασε το κεφάλι της. Όχι που ο κόσμος εκείνη την εποχή σκοτίζουνταν και πολύ για τα πολιτικά. Και άλλοι πόλεμοι γίνανε, όμως κανείς δεν πήρε χαμπάρι. Να, τότες με τον Κριμαϊκό. «Τι έκανε, λέει; Πόλεμος; Πού είναι ο πόλεμος; Για καλό μας είναι ή για κακό μας;» Αν ήταν για καλό μας, «Δόξα σοι ο Θεός», αν ήταν για κακό μας, «Φύλαξε, Παναΐα μου, την Πόλη σου από τ’ αγαρηνά σκυλιά. Σουλτάνα, τρέξε ν’ ανάψεις την καντήλα.» Ποιος πήρε χαμπάρι πως στην Κρήτη ξέσπασε επανάσταση και πως η χρεοκοπημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία με δυσκολία την κατάπνιξε; Όταν ανατράπηκε και δολοφονήθηκε ο Σουλτάν Αζίζ, Λωξάντρα τόμαθε τυχαία. Ένα βράδυ, ύστερα απ’ το φαγητό, του ήρθε του Δημητρού η όρεξη να καπνίσει απ’ τον καπνό που είχε στο πήλινο βάζο που ήταν πάνω στο τραπέζι στο χαμηλό ονταδάκι.
― Φέρε με, Λωξάντρα μου, είπε ο Δημητρός, το κεφάλι του Σουλτάν Χαμίτ να στρίψω τσιγάρο. (Έτσι σαν κεφάλι ήτανε εκείνο το βάζο.)
― Του Σουλτάν Αζίζ θέλεις να πεις, είπε η Λωξάντρα.
― Σους, μίλα πιο σιγά, είπε ο Δημητρός και της διηγήθηκε πως ο Σουλτάν Αζίζ δεν είχε πια κεφάλι, του το κόψανε˙ πως ο διάδοχός του, ο Σουλτάν Μουράτ, τρελάθηκε, λέει, (θες πίστεψ’ το, θες μην το πιστεύεις,) και πως Σουλτάνος τώρα ήταν ο αδελφός του Μουράτ, ο Αβδούλ Χαμίτ, που κακό-χρόνο-νάχει.
― Σους, μπρε! Τρελάθηκες και ξεφωνίζεις έτσι;
Δεν σκοτίζουνταν τότε στην Πόλη ο κόσμος για τα πολιτικά, γιατί οι σουλτάνοι, έτσι κ’ έτσι, κάναν ό,τι θέλαν και κανένα δε ρωτούσαν. Οι Ρωμιοί είχαν αποκτήσει αρκετά προνόμια. Κάτι με την προστασία της Ρωσίας, κάτι με την προστασία του Γλάδστωνα, κατάφερναν με την καπατσοσύνη τους να ζουν και να πλουτίζουν και να κατακυριεύουνε τη γη.
Στρατιωτική θητεία δεν κάνανε, γιατί οι Τούρκοι φοβούνταν να τους δώσουν όπλο στα χέρια. Με καμιά πενηνταριά γρόσια γλίτωναν τη θητεία, και αν δεν ανακατεύουνταν στα εσωτερικά της χώρας, αν δεν είχαν πολύ πάρε-δώσε με Τούρκους και τούρκικες υπηρεσίες και δικαστήρια, αν ήξεραν να λαδώνουν χούφτες, η δουλίτσα τους γίνουνταν. Δηλαδή, κάτω απ’ την τυραννία του Χαμίτ, δεν μπορεί να κανείς να πει πως ο τούρκικος λαός ήτανε πιο ελεύθερος από τη ρωμιοσύνη. Γι’ αυτό όλες εκείνες οι εθνικότητες ζούσανε αρμονικά. Αν δεν τους φούντωναν τα μυαλά, τι είχε να μοιράσει η Λωξάντρα με το φουκαρά τον αυγουλά και με τον έρημο το μπεχτσή;
Και έτσι, ορόσημα του χρόνου εκείνη την εποχή δεν ήταν τα πολιτικά γεγονότα, αλλά οι γάμοι, οι γεννήσεις, οι σεισμοί, καμιά φορά και «κείνο το μελιτζανί φουστάνι»… Όμως αυτή τη φορά η υπογραφή της Συνθήκης του Αγίου Σταφάνου έμεινε χαραγμένη στο μυαλό της Λωξάντρας, γιατί κατέβασε το σαμοβάρι που τους είχε φέρει ο καπτάν Γκίκας απ’ την Οντέσσα και το γυάλισε, το ετοίμασε, τι ξέρεις; Μπορεί και να μπαίνανε και στο Μακροχώρι οι Ρώσοι. Ένα τσάι να μην τους κάνει τους ανθρώπους; Ένα μπούγιουρουν να μην τους πεί;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου